Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013

Η «Ανδρομάνα» στη Δεσκάτη Γρεβενών και τα τραγούδια της (γράφουν οι: ΙΩΑΝΝΑ ΤΣΙΓΑΡΑ, ΟΛΓΑ ΤΣΙΟΥΚΑΝΗ, ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΑ ΣΑΚΑΒΑΡΑ


 
Η «Ανδρομάνα», είναι ένα σπάνιο έθιμο με το οποίο οι κάτοικοι της Δεσκάτης Γρεβενών αποχαιρετούν ανήμερα της Ζωοδόχου Πηγής το Πάσχα.
Το έθιμο αυτό που αποτελείται από ιδιόρρυθμα παραδοσιακά τραγούδια και χορούς της Πασχαλιάς, συναντάται μόνο στη περιοχή αυτή και αναβιώνει εδώ και αρκετές δεκαετίες πάντα αυτή την ημέρα, την πρώτη Παρασκυηή μετά το Πάσχα.
Η «Ανδρομάνα» ξεκίνησε την εποχή της Τουρκοκρατίας, όπου ήταν ο καλύτερος τρόπος, με τον οποίο οι Δεσκατιώτες περνούσαν τα μηνύματα της λευτεριάς και της επανάστασης με τις αλληγορικές έννοιες των τραγουδιών και μάλιστα με την παρουσία των Τούρκων.

Το έθιμο ξεκινά με τον «τρανό» χορό, ο οποίος στήνεται στην κεντρική πλατεία της Δεσκάτης και αποτελείται από ομάδες χορευτών των είκοσι ατόμων, που χορεύουν σε κύκλους, με αργό ρυθμό, τραγούδια της περιοχής τα οποία τραγουδιόνται μόνο σήμερα.
Μερικά από τα τραγούδια αυτά αναφέρονται στα χρόνια της σκλαβιάς από τους Τούρκους, όπως το τραγούδι «Τα λειβάδια», τα οποία δεν είναι άλλα από την Ευρώπη και τις «μεγάλες δυνάμεις», από τις οποίες η «Μούλα», η Ελλάδα, περιμένει τη βοήθειά της για να απελευθερωθεί από τον «κατή», την Τουρκία, όπως και οι άλλες «Μούλες», οι χώρες που ήδη είχαν απελευθερωθεί.

ΤΗΣ ΝΥΦΗΣ

1

-Νιρατζούλα φουντομένη κι κλουναρουτή ,
Που `νι τα` άνθη-σ που `χις πρώτα, πού `ν` η ουμουργιά-σ`
-Φύσιξι βουριάς κι αέρας κι τα γκρέμισι.
Σι παρακαλώ βουριά-μου, τράβα σιγανά,
Τι μι γρέμισις τα άνθη κι τη μυρουδιά.

2

Κίνησα του δρόμου – δρόμου, του στινό του μουνουπάτι.
Βρίσκου μια μηλία στου δρόμου, που `ταν μήλα φουρτουμένη.
Ξάμουσα να πάρου ένα κι η μήλια μι αντιλουήθκι:
-Μη του παίρνεις, μη τάφηνεις, τα `χ` αφέντης-μ` μιτρημένα.
Τα `χ` αφέντης μιτρημένα κι η κυρά λουγαριασμένα.

3

Άσπρη, κατάσπρη πέρδικα ιδώ στη γειτουνία-μας.
Είρθαν ξένοι, παντάξινοι, είρθαν κι μας τημ πήραν,
Κι ασκήμιναν τα σπίτια-μας κι μόρφιναν τα ξένα.
Ποιος είτανι προυξινητής, που να `χει γάει κανέλα,
Κι αντάμουσι χρυσόν αΪτό μι τα` χρυσουπιριστέρα.




ΟΤΑΝ ΦΕΥΓΕΙ Η ΝΥΦΗ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΓΑΜΠΡΟΥ

1

ΠΟΤΕ ΜΑΛΩΣΑΜΕ ΜΑΝΑ;

-Πότι μαλουσάμι μάνα,
πότι μαλουσάμι αντάμα,
κι μι διώχνεις, αχ στα ξένα,
για να ζω μακριά `που σένα;
Ιγώ τα ξένα δεν τα ξέρου,
κι τουγ κόσμου δε γνουρίζου.
Τι θα κάμου σα `ρουστήσω
ποια μανούλα θα ζητήσου;
-Να ζητήσεις τηγ κουνιάδα
κι τημ πρώτη συνυφάδα-σ`.
-Σα `ρουστήσου κι πιθάνου
πάρι μάνα-μ` τα προικιά-μου
μέρασ` -τα στη γειτουνιά μου.

2

Έβγα μάνα-μ` να δεις τουν ήλιου
κι αν είνι γλήγουρα πες-μουνα κάτσου,
κι αν εβασίλιψι πες-μου να φύγου.
Όλοι μ` έδιουχναν κι όλοι μι δίωχνουν.
Τα` αδιρφάκια-μου κρατούν τις πόρτις,
κ` ι πατέρας-μου πυκνουκιρνάει
κι η μάνα-μου κρατεί ιμένα.


ΙΩΑΝΝΑ ΤΣΙΓΑΡΑ, ΟΛΓΑ ΤΣΙΟΥΚΑΝΗ, ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΑ ΣΑΚΑΒΑΡΑ .!